αληθινές ιστορίες part 1

Σημείωση: σε όλες τις αφηγήσεις χρησιμοποιείται γ’ ενικό πρόσωπο για λόγους επισημότητας και επειδή προσπαθώ ΕΓΩ να δω τα πράγματα σαν εξωτερικός παρατηρητής. ΕΓΩ.

=========================================================

…ένα βροχερό, μουντό βράδυ Δευτέρας, το Κυάνεον Σέλας εισήλθε στην αίθουσα συγκέντρωσης-βασανισμού, αφού είχε προηγηθεί μια τετ-α-τετ συνάντηση κορυφής. Χαρούμενος και συνάμα συγκινημένος χαιρέτησε ευλαβικά τον συντονιστή -ο οποίος τον κοιτούσε λυπημένος και αποκαμωμένος λόγω της τεράστιας προσπάθειάς του να εξηγήσει τα ανεξήγητα. Έπειτα, προχώρησε προς τις θέσεις όπου κάθονταν οι βασανιζόμενοι. Και τότε τον είδε! Δίπλα του στέκονταν δυο δούλοι-ομοϊδεάτες. Ένας ψηλός και ένας μετρίου ύψους. Αυτοί έμειναν ατάραχοι. Παρ’ όλα αυτά, γαργάλευαν τις λαβές των όπλων τους, έτοιμοι να στείλουν από ‘κει πού ‘ρθε τον παρείσακτο, και να σώσουν τον σύντροφο που κινδύνευε. Και τότε ο εισβολέας ψέλλισε μια λέξη: »Χαίρετε». Παρατήρησε το πρόσωπό του $ την ώρα που τον κοιτούσε σαν να έβλεπε κάτι αλλόκοτα συνηθισμένο, κάτι πανέμορφα άσχημο, σαν να είχε αντικρίσει τον Χάροντα. Ο $ είχε σοκαριστεί στη θέα του Σέλαος. Ποτέ του δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Το στόμα του έμεινε ορθάνοιχτο, τα αυτιά του τεντώθηκαν, η τριχαλωτή γλώσσα του πλατάγιαζε στον αέρα σκορπίζοντας σταγονίδια, η μύτη του ρουθούνιζε ψάχνοντας αστρική σκόνη -που πιθανώς ο εξωγήινος θα είχε φέρει μαζί του. Δεν απάντησε. Δεν κατάλαβε τι του έλεγε το αλλόκοτο ον σε εκείνη την πρωτόγονη γλώσσα, αυτά δεν ήταν greeklish, η νέα εξελιγμένη, υψηλή γλώσσα των Ελλήνων. Απίστευτες σκέψεις στροβίλιζαν στον ανθρώπινο εγκέ-φαλλό του:

-Από πού ήρθε; Πού θέλει να πάει; Γιατί;
-Τι παίρνει και δε μας δίνει;
-Ξέρω τι περιμένει. Να κοιμηθώ. Και μετά, μπαμ!
-Δρόμο! Μακριά, εξωγήινο κάθαρμα! Ψόφος!
Κι αυτά συνέβαιναν την ώρα που το Κυάνεον Σέλας παρατηρούσε τις μυϊκές συσπάσεις του προσώπου του $…

====================

…ένα άλλο απόγευμα, το Κυάνεον Σέλας στέκονταν σε ένα χώρο συγκέντρωσης ανθρώπων με κοινωνικο-καλλιτεχνικές ανησυχίες. Και έπρηζε τα πλήθη με την κουραστική και ανιαρή φωνή του. Έλεγε περί ζωής και θανάτου, περί ευτυχίας και δυστυχίας, περί φωτός και σκότους, με ένα ύφος γλαφυρό, με μια φωνή τσιριχτή – ένα πραγματικό κρώξιμο -, με μια ζωντάνια αδικαιολόγητη. Τα ουρλιαχτά του ακούστηκαν πέρα ως πέρα. Η * τον κοιτούσε περίεργη, δεν τον ήξερε καλά-καλά. «Μα γιατί να βρυχάται έτσι το κάθαρμα;», σκέφτηκε. Τα μάτια της είχαν γουρλώσει και η γούνα στην ράχη της είχε σηκωθεί από την ανατριχίλα. Τραβήχτηκε προς μια γωνία και κοίταξε βλοσυρά πίσω απ’ τον ώμο της την κατάσταση. Ο % έκανε πως δεν ακούει. Έπαιζε το βαρύ πεπόνι, το ήξερε πολύ καλά αυτό. Μα τα ουρλιαχτά του Σέλαος τρυπούσαν τα αδιάφορα, που δεν έχουν την ικανότητα να ιδρώνουν, αυτιά του. Ο & ήταν χαρούμενος, επειδή δεν προσπαθούσε να καταλάβει τις κραυγές που άκουγε. Απλά διασκέδαζε χαμογελαστός. Και τότε, ήρθε τρέχοντας η #. «Φέρνω άσχημα νέα!», ούρλιαξε ταραγμένη. «Ο } αυτοκτόνησε!». Το Κυάνεον Σέλας κοίταξε το πάτωμα. Το βλέμμα του σκοτείνιασε. Κανείς δε μίλησε. Και τότε, σήκωσε το βλέμμα του και είπε: «Γι’ αυτό η ζωή πρέπει να αντιμετωπίζεται με χιούμορ.» Αλλά κανείς δεν τον άκουσε…

====================

…κάποτε σε μια πικρή, αναγκαστική μάζωξη, το Κυάνεον Σέλας βρήκε αφορμή να διηγηθεί την ιστορία ενός ανθρώπου αληθινού. Και ρητόρευσε ηλίθια και ανούσια. Ρητόρευσε φτύνοντας απρόσεχτα. Χωρίς σκοπό. Μα αληθινά. Και είπε τις σκέψεις του για τον σπουδαίο (γι’ αυτόν) τύπο. Ο / άκουγε χωρίς να προσέχει. Σκεφτόταν πιθανούς τρόπους να κοιμηθεί εν κινήσει. Οι κραυγές του Σέλαος περνούσαν απαρατήρητες και αφιλτράριστες μέσα στον εγκέφαλό του. Η @ δεν είπε τίποτα, μόνο άκουγε. Υπομονετικά, με χαρά, με το ζόρι; Κανείς δεν ξέρει. Η = ζητωκραύγασε. Το Σέλας της φαίνονταν πολύ σοβαρό. Αλλά το Σέλας δεν ήθελε να κάνει σοβαροφάνειες, ήθελε μόνο να μιλήσει για εκείνο τον τύπο…

====================

…κάποιο απόγευμα, το Σέλας έπρεπε να πάει σε ένα μέρος όπου συνήθως δεν υπάρχει σεβασμός, αλλά σε εκείνη την περίσταση, λόγω των παρευρισκομένων, θα έπρεπε να υπάρχει σεβασμός. Ο 5 χαμογελούσε και τους έβλεπε. Ενέπνεε χαρά, όρεξη και σεβασμό. Η 2 ήταν σχεδόν αποκοιμισμένη και δεν ένιωθε καμιά ευγνωμοσύνη για τον 5, αν και θα ήταν καλό. Το Σέλας απολάμβανε τη στιγμή, ειρωνευόμενο τον εαυτό του. Και τότε έφτασε και ο 6. Το Κυάνεον Σέλας είπε πως μόνο ο Batman έλειπε, αλλά κανείς δεν τον άκουσε. Ο 6 αποδείχθηκε η προσωποποίηση της ασέβειας. Ο απόλυτος κάγκουρας. Επιστημονικός κάγκουρας, όμως. Κάγκουρας με τεκμήρια. Και τότε έγινε μια κουβέντα μπουζούκι. Και μετά ο 6 και η 2 έφυγαν γιατί είχαν πάρα πολλές δουλειές. Και το Σέλας σκέφτηκε για λίγο ποιοι αποτελούν το κοντινό μέλλον της ανθρωπότητας, ποιοι θα αναλάβουν να πιστέψουν πως δημιουργούν το παρόν του μεθαύριο, αν όχι του αύριο…

====================

Κάποτε όλοι γελούσαν. Μόνο το Σέλας δε γελούσε. Και τότε αποφάσισε να γελάσει. Γέλασε τόσο δυνατά, που όλοι σταμάτησαν. Τέλος.-

About Κυάνεον Σέλας

מנא ,מנא, תקל, ופרסין
This entry was posted in Άλλα, Παραμύθια and tagged , . Bookmark the permalink.

6 Responses to αληθινές ιστορίες part 1

  1. Ο/Η Ανώνυμος λέει:

    Opws leme «alithinoi erwtes» arga arga ston Alpha??

  2. Ο/Η Κυάνεον Σέλας λέει:

    Το ήξερα πως θα γινόταν αυτό το σχόλιο! Ήμουν σίγουρος! :Ρ
    Όχι, καθόλου όπως λέμε »αληθινοί έρωτες»! :D

  3. Ο/Η Προκρούστης λέει:

    «Καλό» μου Σέλας, ήταν κάποτε κάποιος που ήταν τόσο πολύ κάποιος, που όλοι πέθαναν! Και κάποια άλλη φορά ήταν κάποιος άλλος που παρα-ήταν άλλος και τότε μια φωνή ηκούσθη! Άλλη φορά ήταν μια άλλη φωνή που ηκούσθη και ξαφνικά… μια άλλη φωνή ηκούσθη! Και είπε

  4. Ο/Η Κυάνεον Σέλας λέει:

    «Καλέ» μου Προκρούστη, μου φαίνεται πως είσαι ένα είδος μετα-τρολ! Καλώς όρισες! :)

Σχολιάστε